Ψυχαγωγία
Μαντινάδες της Κρήτης
της Αγάπης |
της Κρήτης |
της Ξενιτιάς |
του Γλεντιού |
του Πόνου |
του Χωρισμού |
της Ομορφιάς
Να ζήσεις μόνο μιαν αυγή τόση ζωή σε φτάνει, ρόδο που ζει πολύ καιρό την ομορφιά του χάνει.
Εγώ 'μαι απού δεν άφησα το δάκρυ σου να τρέξει κι ας κάτεχα η αγάπη σου πως θα με καταστρέψει.
Τα δάκρυα είναι δυο λογιώ, ένα των πονεμένων και τ' άλλο στη συνάντηση των πολυαγαπημένων.
Τριω λογιό τα δάκρυα και όχι δυο απου λένε Του έρωτα, του χωρισμού και ψέματα οντε λένε
Όμορφο είναι ν΄αγαπάς, να κλαις για μιαν αγάπη να βγαίνει από τα μάθια σου του έρωτα το δάκρυ.
Τα μάτια μου δακρύσανε σαν είδα την ψυχή σου τα χείλη μου διψάσανε σαν είδα το κορμί σου.
Θέε μου και δώς τση την ψυχή να δεί πως τυραννούμαι να δεί πως νιώθει η καρδιά όταν την ενθυμούμαι
Μέσα στον πόνο είν' η χαρά μέσ' τη χαρά ο πόνος μέσα στον κόσμο βρίσκομαι κι είμαι έρημος και μόνος
Να 'χε ο πόνος πρόσωπο, τουλάχιστον να ξέρω ποιός είν' αυτός που από παιδί με κάνει κι υποφέρω.
Ειρωνικό το γέλιο μου και με μεγάλο κόπο το κάνω για να ξεγελώ τα μάθια των ανθρώπω
Τη μοίρα μου θα ξεγελώ τάχα πως έχω θλίψη γιατί αν το μάθει θα το πει του πόνου να γυρίσει.
μπαίνω σαν μπεις στην εκκλησσιά σε δίλημμα μεγάλο οντε σημώνεις του Χριστού ποιός προσκυνά τον άλλο
Σκληρά η μοίρα με χτυπά χωρίς εγώ να φταίω άραγε θα γελάσω μπλιο γή ώστε να ζω θα κλαίω.
Μοίρα μου γιάντα με χτυπάς, γιάντα με στραπατσάρεις αφού στον κόσμο άλλες χαρές δεν έχω να μου πάρεις...
Μήδε πουλί μήδε φωλιά και το κλαδί ξερό 'ναι ό,τι κι αν χτίσω το χαλάς, ανάθεμά σε χρόνε.
Τα χελιδώνια φεύγουνε και πάνε σ άλλο τόπο μα δε ξεχνούνε τη φωλιά που χτίσανε με κόπο
Στο τόπο που σε γνώρισα πηγαίνω κάθε τόσο, με φαντασία προσπαθώ το βλέμμα σου να νιώσω.
Έκανα σφάλματα πολλά φεγγάρι μου για εκείνη και εδά 'χω μόνο εσένα νε ελπίδα να μου δίνει .
Σκληρά η μοίρα με χτυπά μα κάτω δεν το ρίχνω να σκά με τη εντύπωση του ευτυχή που δείχνω.
Έχω τη μοίρα και χτυπά, χτύπα κι εσύ από πάνω μα εγω΄έχω μάθει στη ζωή υπομονή να κάνω.
Οι αναμνήσεις οι παλιές στο νού μου συναντιούνται και φέρνουν δάκρυα και χαρές μα πάλι νοσταλγούνται.
Ανταρτοφέρνει η σκέψη μου πράμα δεν τη τρομάζει, μέσα σε χίλιους σε φιλεί αυτή και σ'αγκαλιάζει.
Αν κάτεχα τον κύρη σου ιθε τον ανακρίνω σε ποιό μπαξέ επλάγιασε κι έκαμε τέτοιο κρίνο
Πάντα σε συλλογίζομαι σαφί στο νου μου σε΄χω η συντροφιά δε μ΄ οφελεί τη μοναξά ξετρέχω.
Το 'να μου χέρι στη φωτιά και τ' άλλο στο μαχαίρι γη θα καώ γη θα σφαγώ, γη θα σε κάμω ταίρι...
Είν΄ η καρδιά μου στη φωτιά και καίγεται στη λαύρα σαν κάρβουνο ΄ναι κόκκινη τα φύλλα τζη΄ ναι μαύρα.
Όλης τσ 'Ελλάδας οι γιατροί φωνάξαν εναν ξένο μα είπε "εγώ ετσα καρδιά δεν την αναλαβαίνω".
¶σε γιατρέ τα φάρμακα και άμε στην δουλειά σου μα την αρρώστια που έχω εγώ δεν γράφουν τα χαρτιά σου.
Καρδιά μου, που 'σουν λεύτερη ποιός σού 'πε ν' αγαπήσεις κειά που 'σουνα βασίλισσα σκλάβα να καταντήσεις. /li>
Ώ την παντέρμη ασθένεια που 'ναι αυτή η αγάπη άλλος την έχει και πονεί κι άλλος γλακά να πάθει.
Όποιος στα αλήθεια αγαπά τίποτα δεν τον νοιάζει ακούει μόνο την καρδιά κι ότι αυτή διατάζει.
Ο γάμος βάνει αζωντανό τον έρωντα στο μνήμα μην παντρευτούμε αγάπη μου για θα 'χουμε το κρίμα...
Οσο κι αν είναι δυνατή η αγάπη με στεφάνι, ενός παράνομου σεβντά τη χάρη δεν τη φτάνει...
Παράξενο μου φαίνεται γι'αυτό κι αναρωτιέμαι, αφού μου πήρες την καρδιά πώς στή ζωή κρατιέμαι...
Καλλιά να δω το αίμα μου στη γης να κάμει βρύση παρά να δώ όπου αγαπώ άλλος να τη φιλήσει...
Διώχνω τον αναστεναγμό μα εκείνος 'πογυρίζει, τη θέση που 'χω στην καρδιά βρίστ' άδεια και καθίζει...
|
Επιστροφή |
Δείτε τις τελευταίες μαντινάδες στο forum myΡέθυμνο