Κατηγορία: Ειδήσεις-Πολιτική
Αποστολέας:
Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου
Δείτε το προφίλ του αποστολέα
Σύμφωνα με το άρθρο 2 της από 4 Μαρτίου 2011 Εθνικής Κλαδικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας για το Εμπόριο, αυξάνονται από 1ης Ιουλίου 2011 τα κατώτατα όρια μισθών και ημερομισθίων των εργαζομένων στις εμπορικές επιχειρήσεις, κατά 1,6%, ποσοστό το οποίο ισούται με την ετήσια μεταβολή του Ευρωπαϊκού πληθωρισμού για το έτος 2010. Η συγκεκριμένη ρύθμιση αφορά σε όλα τα εμπορικά καταστήματα χονδρικής και λιανικής πώλησης, σούπερ μάρκετ και καταστήματα τροφίμων και καλύπτει το σύνολο των εργαζομένων στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις.
Η «ψυχολογική» αυτή αύξηση, μέσα στο κλίμα της ύφεσης και της οικονομικής δυσπραγίας που κυριαρχεί στην Ελλάδα των Μνημονίων και των Μεσοπρόθεσμων Προγραμμάτων, είναι ένας μεγάλος άθλος και υπερβαίνει τις δυνατότητες των εμπορικών επιχειρήσεων για αυξήσεις στους εργαζόμενους αυτήν την δύσκολη εποχή. Δείχνει, ωστόσο, την θέληση και τη μεγάλη προσπάθεια του ελληνικού εμπορίου και του ιδιωτικού τομέα να πάει κόντρα στο ρεύμα, να αντιστραφεί το κλίμα και να τονωθεί τόσο το εισόδημα των εργαζομένων και καταναλωτών όσο και η κίνηση στην αγορά γενικότερα.
Ταυτόχρονα, η Ελλάδα συνεχίζει και το 2011 να αναδεικνύεται «πρωταθλήτρια Ευρώπης» στην περιστολή του εργατικού κόστους και στη μείωση των αποδοχών των εργαζομένων στο δημόσιο αλλά και ιδιωτικό τομέα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, για το πρώτο τρίμηνο του 2011, οι ειδικοί ευρωδείκτες δείχνουν ότι η μονάδα υπολογισμού του κόστους ανά ώρα εργασίας στην Ελλάδα υποχώρησε κατά -6,8% σε σχέση με το ίδιο διάστημα πέρυσι, όταν ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη αυξήθηκε κατά 2,6% και στο σύνολο της ΕΕ των 27 κατά 2,7%.
Η επίδοση της χώρας μας είναι η πιο ανταγωνιστική, με την Ιρλανδία να ακολουθεί με -2,2%. Όλες οι άλλες χώρες μέλη της ΕΕ το ίδιο διάστημα είδαν το κόστος εργασίας τους να αυξάνεται.
Το κόστος που αφορά τις αποδοχές των εργαζομένων μειώθηκε στη χώρα μας κατά -6,2%, έναντι αύξησης 2,3% στην Ευρωζώνη και 2,6% στην ΕΕ των 27. Και πάλι, μόνο η Ιρλανδία μας ακολούθησε, με μικρότερη όμως μείωση της τάξης του -2,6%.
Η μεγάλη βελτίωση σημειώθηκε στα μη μισθολογικά κόστη, όπου το πρώτο τρίμηνο φέτος, επιτεύχθηκε μείωση κατά -9,3%, όταν σε Ευρωζώνη και ΕΕ των 27 σημειώθηκαν αυξήσεις 3,6% και 3,5%. Και σε αυτήν την περίπτωση, ωστόσο, η Ελλάδα αναδείχθηκε πρωταθλήτρια, καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στην περικοπή του μη μισθολογικού κόστους με ταυτόχρονη μείωση των αποδοχών.
Η Μάλτα και η Πολωνία πέτυχαν μειώσεις μη μισθολογικού κόστους στο -1,6% και -1,8% αντίστοιχα, με αυξήσεις αποδοχών 1,1 % και 3,5%, σε μία βελτίωση του ανταγωνισμού πιο «φιλική» προς τον εργαζόμενο και τις καταναλωτικές δαπάνες που αυτός στηρίζει.
Σε επίπεδο κλάδων, η Ελλάδα παρουσιάζει μειώσεις αποδοχών -6,1% στη βιομηχανία, -1,8% στις κατασκευές και -6,7% στο εμπόριο και τις υπηρεσίες, ενώ η μείωση του μη μισθολογικού κόστους είναι αντίστοιχα -9,9%, -0,4% και -9,3%.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό και ενδεικτικό του σημαντικού ρόλου του εμπορίου στην απασχόληση το γεγονός ότι, όταν η ανεργία στη χώρα μας έχει εκτιναχθεί «στατιστικά» στο 16%, ο κλάδος του εμπορίου αντιστέκεται σθεναρά και παρά τη συνεχή μείωση των εργοδοτών κατά 8%, η ετήσια μεταβολή στη μείωση της απασχόλησης στο εμπόριο περιορίζεται στο 1/3 του ποσοστού της ανεργίας και μόλις στο -5%.
Ο συνδυασμός της μικρής αλλά πολύ σημαντικής, ψυχολογικά, αύξησης των κατώτατων μισθών σε συνδυασμό με τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους πρέπει να αξιοποιηθεί σωστά και μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά κατά του μνημονιακού κλίματος,επιτρέποντας μεσοπρόθεσμα ουσιαστικές αυξήσεις για όλους τους εργαζομένους και τους εργοδότες στο ελληνικό εμπόριο.