Η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα αποτελεσματικής μεταρρύθμισης του φορολογικού συστήματος, συμμετείχε από την πρώτη στιγμή στις διαδικασίες διαβούλευσης, διατυπώνοντας τις απόψεις της σχετικά με τις παθογένειες του ισχύοντος συστήματος, τονίζοντας τις βασικές αρχές που πρέπει να διέπουν κάθε αλλαγή και καταθέτοντας συγκεκριμένες θέσεις και προτάσεις.
Για άλλη μία φορά η ΕΣΕΕ εκφράζει την κατανόησή της για την ιδιαίτερα δύσκολη κατάσταση της οικονομίας μας σε συνδυασμό με τις προτεραιότητες που έχει θέσει η Ε.Ε. Οι αλλαγές όμως οι οποίες εισάγονται με τις νέες ρυθμίσεις, συνιστούν μέτρα σκληρής δημοσιονομικής προσαρμογής, εισπρακτικού χαρακτήρα, τα οποία θα εντείνουν τα υπάρχοντα προβλήματα εάν δεν συνδυαστούν με ενέργειες αναπτυξιακού χαρακτήρα για τις επιχειρήσεις και με μέτρα τόνωσης της ελληνικής αγοράς.
Οι νέες ρυθμίσεις θα συμβάλλουν ίσως στη μείωση του ελλείμματος της Γενικής Κυβέρνησης για το 2010, αλλά θα μειώσουν δραματικά τα διαθέσιμα εισοδήματα προς κατανάλωση. Η ιδιαίτερα σημαντική αύξηση της έμμεσης φορολογίας λειτουργεί εις βάρος των χαμηλών εισοδημάτων. Η έντονη αναζήτηση για αύξηση των φορολογικών εσόδων, όσο κι αν θεωρείται απαραίτητη για την επιβίωση της κρατικής λειτουργίας, δημιουργεί αξεπέραστα προβλήματα «στεγνώματος» της αγοράς, με συνέπεια την αδυναμία επανεκκίνησης κάθε αναπτυξιακής πορείας της οικονομίας και αποφυγή ανάληψης επενδυτικών πρωτοβουλιών, τόσο από εγχώρια κεφάλαια, αλλά και από κεφάλαια του εξωτερικού, που είναι απρόθυμα να επενδύσουν σε τόσο αρνητικό κλίμα.
Γενικά, θεωρούμε πως οι ρυθμίσεις που ανακοινώθηκαν κινούνται, εν μέρει, σε θετική κατεύθυνση και αναγνωρίζουμε την ορθότητα των μέτρων που αφορούν:
Επιπλέον, θεωρούμε ότι το περιεχόμενο των ρυθμίσεων συμβάλλει προς την προσπάθεια περιστολής της φοροδιαφυγής αν και η απόσταση που πρέπει να διανυθεί για τα πρώτα θετικά αποτελέσματα είναι μεγάλη.
Συγκεκριμένα, η ρύθμιση που αφορά στην καθιέρωση ενιαίας φορολογικής κλίμακας με αφορολόγητο εισόδημα ύψους 12.000€ για όλους, είναι σωστή και παράλληλα ικανοποιεί τη βασική αρχή της απλοποίησης του φορολογικού συστήματος. Χρειάζονται όμως τροποποιήσεις οι οποίες θα ενισχύσουν και θα εμπεδώσουν το αίσθημα του δικαίου στις συνειδήσεις των φορολογουμένων διότι, όπως θα ισχύει, η πραγματική ελάφρυνση φόρων προκύπτει σε εισοδήματα ύψους έως 27.000€. Εκτός και αν αυτό το ποσό προσδιορίζει το όριο των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων. Πιθανόν η βούληση του Υπουργείου να απέχει από την πραγματικότητα και η παραδρομή να οφείλεται στη χρήση συντελεστή 25% που αφορά το έτος 2009 και όχι στη χρήση συντελεστή 24% που ισχύει για το 2010.
Η ρύθμιση που αφορά στην ευνοϊκή μεταχείριση νεοϊδρυόμενων επιχειρήσεων από άτομα έως 30 ετών με τη θέσπιση 5ετούς αφορολογήτου κρίνεται θετική καθώς είναι αναπτυξιακού χαρακτήρα.
Η ρύθμιση που αφορά στην έκπτωση φόρου βάσει αποδείξεων αξιολογείται θετικά διότι συμβάλλει στον περιορισμό της φοροδιαφυγής και στην αύξηση του Φ.Π.Α.. Κρίνεται όμως σκόπιμο, για το πρώτο έτος εφαρμογής του, να ληφθεί μέριμνα έτσι ώστε οι συντελεστές προσδιορισμού του ποσού των απαιτούμενων αποδείξεων να μειωθούν τουλάχιστον κατά 50%, αφενός μεν διότι η θεσμοθέτηση της διάταξης έχει ήδη καθυστερήσει με αποτέλεσμα πολλοί φορολογούμενοι να αδυνατούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις τους και αφετέρου δε διότι δεν έχει ακόμα νομοθετηθεί η υποχρέωση της χρήσης των ταμειακών μηχανών, στο σύνολο των υπόχρεων.
Αναφορικά με τη ρύθμιση για την κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης, είναι βέβαιο ότι στις περιπτώσεις του άρθρου 13 και 14 του Κ.Φ.Ε. υπαγορεύτηκε από λόγους, είτε κοινωνικής ευαισθησίας π.χ. αποζημιώσεις απόλυσης, είτε οικονομικούς π.χ. αδυναμία του κράτους να ικανοποιήσει δίκαια αιτήματα αύξησης αμοιβών εργαζομένων στον τομέα υγείας κ.ά., είτε παθογένειας του κρατικού ελεγκτικού μηχανισμού π.χ. η φορολόγηση των κερδών των αλλοδαπών εταιριών που αναλαμβάνουν την εργοληπτική κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων στην Ελλάδα. Για τους λόγους αυτούς επιβάλλεται η θέσπιση ειδικών κριτηρίων τα οποία θα αιτιολογούν τους λόγους κατάργησης ή μη της κάθε περίπτωσης αυτοτελούς φορολόγησης π.χ. η φορολόγηση με την ενιαία κλίμακα της μεταβίβασης από επαχθή αιτία επιχείρησης και μετοχών από γονείς σε παιδιά, θα εντείνει την ανεργία και έχει αρνητικό αντίκτυπο στην επιχειρηματικότητα διότι δεν μεταβιβάζεται στους διαδόχους η τεχνογνωσία των γονέων.
Η ρύθμιση που αφορά στην κατάργηση των φοροαπαλλαγών κρίνεται θετική, διότι συντείνει στην ικανοποίηση της βασικής αρχής της απλοποίησης του φορολογικού συστήματος. Θα πρέπει, παρ’ όλα αυτά, να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις εξαιρέσεις και ειδικά στην προϋπόθεση του συνδυασμού με εισοδηματικό κριτήριο διότι δεν πρέπει να παραβαίνεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης (αντιμετώπισης) των ομοίων πηγών προέλευσης των εισοδημάτων.
Σε αυτό το σημείο, είναι ανάγκη να επισημάνουμε συγκεκριμένα ζητήματα τα οποία θα πρέπει να εξεταστούν σε συνάρτηση με τη γενικότερη κατάσταση της οικονομίας, της αποδυναμωμένης αγοραστικής δύναμης και της μειωμένης ρευστότητας της αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό, κρίσιμο ζήτημα για εμάς αποτελεί τόσο η μη αύξηση του Φ.Π.Α., όσο και η παροχή κινήτρων στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ως προς το Φ.Π.Α., θεωρούμε ότι πιθανή αύξησή του θα αποδυναμώσει περεταίρω την αγορά, σε μία κρίσιμη για τις μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις περίοδο, δεδομένης της ήδη ασφυκτικής έλλειψης ρευστότητας και μειωμένης αγοραστικής δύναμης. Όσο για την παροχή κινήτρων στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, είναι σημαντικό να ληφθούν μέτρα για την απλούστευση των διαδικασιών ίδρυσης, τη μείωση απωθητικής γραφειοκρατίας και τη δημιουργία σταθερού φορολογικού περιβάλλοντος, με πολλαπλά οφέλη, τόσο ως προς τη δημιουργία καλού κλίματος της αγοράς όσο και ως προς την προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
Σημαντικό, επίσης, ζήτημα αποτελεί η ρύθμιση που προβλέπει συναλλαγές άνω των 1.500 € χωρίς μετρητά αλλά με δίγραμμες επιταγές και πιστωτικές κάρτες. Θεωρούμε ότι κάτι τέτοιο βρίσκεται εκτός εμπορικής πραγματικότητας και επιπλέον θα προκαλέσει αναστάτωση στην αγορά με το «σπάσιμο» των παραστατικών πώλησης σε περισσότερα του ενός για να έχουν αξία μικρότερη των 1.500€.
Η σημερινή δυσχερής κατάσταση της οικονομίας απαιτεί κοινή προσπάθεια για τη δημιουργία καλού κλίματος στην αγορά και για την ενίσχυση του αισθήματος δικαιοσύνης στο σύστημα, με στόχο τη διαμόρφωση ενός σταθερού και δίκαιου φορολογικού συστήματος με μακροπρόθεσμη προοπτική και αναπτυξιακό χαρακτήρα. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρούμε ότι αιφνιδιαστικές ενέργειες όπως η βιαστική ανακοίνωση σειράς αλλαγών στο φορολογικό σύστημα εν μέσω της διαδικασίας διαβούλευσης, δεν συμβάλλει προς αυτή την κατεύθυνση.
Επιπλέον, θεωρούμε ότι η συγκυρία απαιτεί ευρύτερη συναίνεση για την αποφυγή κοινωνικών αντιδράσεων μέσω διαδικασιών κοινωνικού διαλόγου και προτείνουμε τον καθορισμό συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος για τη διεξαγωγή πραγματικού διαλόγου, με αντικείμενο την επεξεργασία όλων των θεμάτων τα οποία μετατέθηκαν σε επόμενες νομοθετικές πρωτοβουλίες και αφορούν στους φόρους ακίνητης περιουσίας στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στην ενίσχυση στοχευμένων φορολογικών κινήτρων, στην αναδιοργάνωση των φορολογικών υπηρεσιών, στη δημιουργία νέου Κώδικα Φορολογικής Νομοθεσίας, στην αναθεώρηση του Κώδικα Φορολογικών Κυρώσεων και στην κατάργηση του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
Αμέσως μετά την οριστικοποίηση του Ν/Σχ που θα περιλαμβάνει την εξειδίκευση των επιμέρους διατάξεων, θεωρούμε ότι πρέπει να κληθούν οι παραγωγικοί φορείς σε νέα διαβούλευση με στόχο τη βελτίωση τυχόν αστοχιών του συστήματος. Θεωρούμε, τέλος, ότι το Εθνικό Συμβούλιο για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής πρέπει να ενεργοποιηθεί άμεσα, ίσως και πριν τη σύνταξη του Ν/Σχ.
Η ΕΣΕΕ ζητά τολμηρές τομές και όχι κλασικές συνταγές για το νέο φορολογικό νομοσχέδιο
Ο Πρόεδρος της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου κ. Βασίλης Κορκίδης στο πλαίσιο της 2ης Συνεδρίασης της Κεντρικής Ομάδας Συντονισμού για τη Φορολογική Μεταρρύθμιση στο Υπουργείο Οικονομικών, προέβη στην ακόλουθη δήλωση:
«…Πρέπει να γίνει από όλους κατανοητό ότι με κλασικές συνταγές δεν είναι δυνατόν να χτυπηθεί η ύφεση. Χρειάζονται τολμηρές τομές στο φορολογικό περίγραμμα που θα διαμορφωθεί σε σχέδιο νόμου. Σαφώς θα υπάρξουν κερδισμένοι και χαμένοι, αφού ακόμα και το πιο δίκαιο φορολογικό σύστημα μπορεί πολλές φορές να δημιουργήσει τις μεγαλύτερες αδικίες. Ωστόσο, συμμετέχουμε ως Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου σε αυτήν την Κεντρική Ομάδα Συντονισμού για τη φορολογική μεταρρύθμιση για να εντοπίσουμε τυχόν αδικίες και παραλείψεις και να τις θεραπεύσουμε. Η Επιτροπή Φορολογικού της ΕΣΕΕ έχει επισημάνει 19 σημεία του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου, ως θετικά, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν σημεία, τα οποία απαιτούν άμεσες διορθωτικές παρεμβάσεις και διευκρινίσεις.
Παράλληλα θα θέλαμε να διατυπώσουμε τους έντονους προβληματισμούς μας σχετικά με τη «μετρολογία», της οποίας είμαστε όλοι κοινωνοί, με μικρές ή μεγάλες αποκλίσεις. Η ονοματοθεσία και οι επιθετικοί προσδιορισμοί των εν λόγω μέτρων είναι πλούσιοι και επιτακτικοί: άμεσα μέτρα, επείγοντα, σκληρά, υποστηρικτικά, διαρθρωτικά, μέτρα σύγκλισης και απόκλισης, επιπλέον και πρόσθετα, κρυφά και φανερά. Όλοι οι προαναφερόμενοι εντυπωσιακοί τίτλοι μπορεί να μην είναι ακόμα αισθητοί στην τσέπη του καθενός, παρόλα αυτά έχουν σαφή επίδραση στη γενική ψυχολογία του καταναλωτικού κοινού, η οποία τεκμηριώνεται και από την ορατή μείωση της κατανάλωσης στην αγορά και το ξέσπασμα πολλαπλών εργασιακών και κοινωνικών αντιδράσεων.
Όσον αφορά το θέμα των αποδείξεων, σαφώς πιστεύουμε ότι χρειάζεται ένα «λίφτινγκ» στις αρχικές διευθετήσεις και εμείς από την πλευρά μας ετοιμάζουμε μία Πανελλαδική Καμπάνια με κεντρικό σύνθημα «Ταμειακές Παντού. Αποδείξεις Από Όλους».
Η πιθανή αύξηση του ΦΠΑ, από την άλλη πλευρά, κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες, σημαίνει, σύμφωνα με δικούς μας υπολογισμούς, μία επιβάρυνση για τους καταναλωτές της τάξεως των 3,6 δις ευρώ και ειδικότερα στον κλάδο των τροφίμων μία επιβάρυνση της τάξεως του ενός δις ευρώ. Επιπρόσθετα, φοβόμαστε ότι από μία τέτοια κίνηση θα προκληθεί περαιτέρω μείωση της κατανάλωσης, συρρίκνωση των εισοδημάτων και ανατιμήσεις σε προϊόντα και υπηρεσίες.
Για τον ασφαλιστικό μας φορέα θεωρούμε ότι το Υπουργείο οφείλει να διατηρήσει το δημόσιο και κοινωνικό χαρακτήρα του ΟΑΕΕ και να αυξήσει την προς αυτόν κρατική επιχορήγηση σε 1,14 δις ευρώ.
Σχετικά με τις απειλές που αντιμετωπίζει το νόμιμο και στεγασμένο εμπόριο – και αναφέρομαι φυσικά στο παραεμπόριο, το λαθρεμπόριο και τη συνεπαγόμενη φοροδιαφυγή που στερεί από το Κράτος και τις επιχειρήσεις πολύτιμους πόρους – θέλουμε να επισημάνουμε στο Υπουργείο ότι αυτό έχει την κύρια ευθύνη διαχείρισης της εν λόγω κατάστασης και στα τρία στάδια που ελέγχει, τους διαύλους εισαγωγών στα τελωνεία, τα κέντρα διακίνησης και φυσικά το «πεζοδρόμιο».
Προφανώς, η τρέχουσα κατάσταση στη χώρα μας δεν είναι ούτε καλή ούτε φυσικά και αποτέλεσμα τυχαίων γεγονότων. Παραταύτα, έχει καταστεί κατανοητό στη συνείδηση κάθε Έλληνα φορολογούμενου, ότι η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη είναι αμφίβολης ποιότητας και αποτελεσματικότητας. Κατανοούμε τη δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει η Ελληνική Κυβέρνηση, ερχόμενη σε επαφή με τους αξιωματούχους της Επιτροπής, οι οποίοι, σχεδόν απροκάλυπτα, ταπεινώνουν, σε κάθε ευκαιρία, τη χώρα μας. Δεν είναι δυνατόν να αποδεχθούμε και δεν επιθυμούμε να αποδεχθούμε έναν αλόγιστο στιγματισμό της χώρας μας με κατηγορίες, οι οποίες κάλλιστα θα μπορούσαν να στραφούν και ενάντια σε πολλούς εταίρους μας στην Ε.Ε., αλλά και σε διάφορα θεσμικά όργανά της τα οποία μας παρουσιάζονται ως «αδιάφθορα» και «αμόλυντα». Είναι ενδεικτικό ότι το 5% του προϋπολογισμού της Ε.Ε. καταναλίσκεται σε διάφορα σκάνδαλα, ενώ ένας μεγάλος αριθμός από αυτές τις υποθέσεις ουδέποτε βγαίνει στο φως της δημοσιότητας. Μία άλλη απόδειξη της μεροληπτικής στάσης απέναντι στη χώρα μας αποτελεί η μη εφαρμογή του Άρθρου 126 στους «έξι συγκατοίκους μας» (Ολλανδία, Ιρλανδία, Βέλγιο, Ισπανία, Ιταλία και Πορτογαλία), οι οποίοι διαθέτουν μεγαλύτερο συνολικό χρέος από το δικό μας. Είναι άδικο να χαρακτηριζόμαστε αβασάνιστα ως «Λετονία του Νότου» και να υφιστάμεθα μία οιονεί «δημοσιονομική τρομοκρατία». Αναγνωρίζουμε τις ευθύνες μας για τη σημερινή κατάσταση και είμαστε διατεθειμένοι να παλέψουμε για να βοηθήσουμε στην κατεύθυνση της υπέρβασής της, στο μέτρο που μας αφορά.
Ο εμπορικός κόσμος ζητά από το οικονομικό επιτελείο της Κυβέρνησης να μην «πτωχεύσουμε» ως χώρα, αλλά ούτε και να «πτωχύνουμε» ως κοινωνία. Ζητά, επίσης, σαφείς απαντήσεις σε μία σειρά από φλέγοντα ερωτήματα: Υπάρχει, πράγματι, σχέδιο σωτηρίας; Τι είδους άμυνες έχουμε να αντιτάξουμε απέναντι στους κερδοσκόπους; Μήπως τα σκληρά μέτρα προοιωνίζουν ακόμη σκληρότερα; Πότε θα λήξει ο «κόκκινος συναγερμός» του κινδύνου της χρεοκοπίας;
Οποιαδήποτε μέριμνα υπάρχει για την αντιμετώπιση της κρίσης πρέπει να συνοδεύεται από μία καθαρή αναπτυξιακή προοπτική. Ο ιδιωτικός τομέας της χώρας, ιδίως μετά την «χρεοκοπία» του δημόσιου τομέα, είναι η μόνη ελπίδα για ανάπτυξη και χρειάζεται την υποστήριξη της Κυβέρνησης.
Τέλος, καλούμε την Κυβέρνηση, στην αναζήτηση της απαραίτητης, φυσικά, στήριξης από τους κοινοτικούς εταίρους μας στο «εξωτερικό», να προτάξει τη στήριξη της προσπάθειάς της από τους κοινωνικούς εταίρους στο «εσωτερικό»…».
Η ΕΣΕΕ κατέθεσε Υπόμνημα στον Υπουργό κ. Γιώργο Παπακωνσταντίνου με τις επίσημες θέσεις και προτάσεις της για τη φορολογική μεταρρύθμιση.
Δείτε άλλα άρθρα του αποστολέα | |
Εκτύπωση σελίδας | |
Αποστολή σε φίλο |
Σχολιάστε: