Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ κ. Βασίλης Κορκίδης με την ευκαιρία της ολοκλήρωσης των χειμερινών εκπτώσεων διατύπωσε τις παρακάτω εκτιμήσεις:
«Ο οικονομικός απολογισμός των χειμερινών εκπτώσεων σηματοδότησε εξαιρετικά δύσκολες προοπτικές για την ελληνική αγορά και το λιανεμπόριο ειδικότερα. Δυστυχώς, οι αρχικές εκτιμήσεις και προβλέψεις της ΕΣΕΕ για μειωμένη κίνηση της εκπτωτικής περιόδου επιβεβαιώθηκαν, αφήνοντας «φτωχά» ταμεία και διάχυτη απογοήτευση στις τοπικές αγορές μικρών και μεγάλων πόλεων σε όλη τη χώρα.
Ήδη από τις αρχές του έτους είχαν διαφανεί ανησυχητικές τάσεις από την μείωση της κατανάλωσης, οι οποίες κλιμακώθηκαν με την αισθητή υποχώρηση του τζίρου των χειμερινών εκπτώσεων.
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, φαίνεται ότι με μόνη ίσως εξαίρεση την πρώτη εβδομάδα των εκπτώσεων όπου η πτώση του κύκλου εργασιών δεν ξεπέρασε το 5% με 7% η συνέχεια ήταν χειρότερη.
Η μείωση του τζίρου των χειμερινών εκπτώσεων τελικά ξεπέρασε το 15% και άγγιξε το 20% σε σχέση με την περυσινή περίοδο σε όλους τους τομείς του λιανεμπορίου και κυρίως στην ένδυση και υπόδηση, στα χαρτικά και δώρα, στον οικιακό εξοπλισμό και στα λευκά είδη, στα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά είδη.
Κάνοντας έναν πρώτο απολογισμό από την φετινή περίοδο των χειμερινών εκπτώσεων, 8 στις 10 επιχειρήσεις λιανικής κλείσανε το ταμείο τους με απογοητευτικές εισπράξεις και κατέγραψαν διψήφιο ποσοστό μείωσης του τζίρου τους. Η γενική αίσθηση που αποκομίσαμε φέτος είναι ότι οι καταναλωτές αγόρασαν λιγότερο και προτίμησαν περισσότερο τα «no name» από τα επώνυμα προϊόντα, βάζοντας σε προτεραιότητα τις οικογενειακές τους ανάγκες από την προσωπική τους ευχαρίστηση.
Οι έμποροι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι το καλύτερο διάστημα των εκπτώσεων από πλευράς κίνησης ήταν από 15 έως 31 Ιανουαρίου, ενώ επιβεβαιώνουν ότι οι καταναλωτές συνεχίζουν να χρησιμοποιούν για τις αγορές τους κυρίως μετρητά. Η ΕΣΕΕ με την ολοκλήρωση των χειμερινών εκπτώσεων ζήτησε την συνδρομή των 256 Εμπορικών Συλλόγων μελών της, ώστε να συλλέξει αναλυτικά στοιχεία και να εντοπίσει ιδιαιτερότητες για την κίνηση της αγοράς στις περιοχές τους.
Χαρακτηριστική όμως είναι και στους δύο πρώτους μήνες του έτους η αρνητική μεταβολή του όγκου πωλήσεων σε καταστήματα διατροφής, σε μεγάλα καταστήματα τροφίμων, σε καταστήματα καυσίμων-λιπαντικών και ειδών αυτοκινήτων, αλλά και σε πολυκαταστήματα και υπερκαταστήματα με το γενικό δείκτη να κυμαίνεται στο -15%. Σημειώνεται ότι οι εισπράξεις από ΦΠΑ τον φετινό Ιανουάριο σε σχέση με τον περυσινό ήταν μειωμένες κατά 9,61%, γεγονός που αποδεικνύει την κατάσταση στην αγορά.
Είναι φανερό ότι η συνεχής «μετρολογία» σχετικά με το βάθος των κυβερνητικών και ευρωπαϊκών παρεμβάσεων στην οικονομία και τη φορολογία, αλλά και η ενδεχόμενη μείωση των εισοδημάτων στα ελληνικά νοικοκυριά έχει διαμορφώσει ένα γενικότερο κλίμα ανασφάλειας και αβεβαιότητας, που αποτρέπει δικαιολογημένα πολλούς καταναλωτές από αγορές, έστω και σε τιμές ευκαιρίας. Η κατάσταση φαίνεται να επιδεινώνεται και από τον τραπεζικό τομέα, ο οποίος περιόρισε τον Ιανουάριο την ετήσια αύξηση της χρηματοδότησης σε 4,5% προς τις επιχειρήσεις και σε 2,9% προς τα νοικοκυριά.
Μετά το τέλος των εκπτώσεων και παρά τα γνωστά δεκαήμερα προσφορών που θα ακολουθήσουν από την πλειοψηφία των καταστημάτων δεν αναμένεται καμία εντυπωσιακή μεταβολή στην αγορά, η οποία πλέον στρέφει τις ελπίδες της στην ανοιξιάτικη σεζόν και στην πασχαλινή αγορά.
Το επόμενο διάστημα θα είναι εξαιρετικά κρίσιμο και θα θέσει «επί τον τύπον των ήλων» και την αποδοτικότητα των μέτρων που θα ανακοινωθούν και θα ληφθούν, αλλά και τις αντοχές του ελληνικού εμπορίου και της αγοράς».
Δείτε άλλα άρθρα του αποστολέα | |
Εκτύπωση σελίδας | |
Αποστολή σε φίλο |
Σχολιάστε: